Φω(ς)
Τα μαύρα κουτάκια στο σταυρόλεξο, μπερδεύτηκαν με τα νούμερα του Sudoku. Άλλα χώθηκαν διαγώνια, άλλα βγήκαν απ’έξω και ήταν μερικά ατίθασα που έδιωξαν τελείως τα άσπρα,βάφτηκαν κόκκινα και έκαναν του κεφαλιού τους. Το 2 ήρθε κοντά στο 8, το αγνόησε τελείως, έγινε 28 και έκανε κονέ με το 3. Άναψαν τσιγάρο, ήπιαν κρασί , μιλούσαν εξισώσεις παράξενες και σιωπές φευγάτες. Οι λέξεις έστησαν καυγά στο μαύρο τερέν. Φορτωμένες με λευκά κουτάκια , έψαχναν να βρουν δρόμο να χωθούν, έσκαβαν όλη νύχτα λαγούμια μήπως μπλοκάρουν την περίεργη συνάντηση. Έστηναν αυτί να μάθουν , ψιθύριζαν ξόρκια και έφτιαχναν προτάσεις χείμμαρους να πνίξουν την ανταρσία.Η ιεροτελεστία ήταν στημένη. Μια φάρσα που χρωστούσε η ζωή-είπε. Και στους δυό;.Κανείς δεν ήξερε πως ξεκίνησε. Ούτε που οδηγούσε. Ούτε οι ίδιοι, ούτε οι παρατηρητές-αριθμοί που περπατούσαν εδώ και εκεί αδιάφοροι και σχεδόν χαμένοι. Η άγνοια της λογικής και ο φόβος της εξέλιξης , του ορισμού νέων πράξεων και δομών τους άφησε μόνους να περιμένουν ένα σημάδι θεϊκό. Γιατί δεν ήξεραν μορφή, δέρμα και πρόσωπο. Άγγιγμα και αγκαλιά. Ήξερε μόνο την καμπύλη της αύρας της. Ήξερε μόνο τις νότες του μυαλού του. Ένα χαμόγελο και μια ανήσυχα ήρεμη δύναμη πίσω από το φως του αύριο. Που ονειρεύεται, παλεύει και ιδρώνει. Άγριος και τρυφερός σαν φθινοπωρινός αέρας. Γρήγορος σαν αρχή , δύσκολος σαν φεύγα. Αριστοκρατικός σαν δυνατό ένα. Απλός σαν ανάσα, κόκκινος σαν μικρές εκρήξεις συμπάντων. Λευκός σαν κρασί που γέρασε στις χούφτες της , φωτεινός σαν γέλιο μικρού παιδιού. Άρχοντας. Της σιωπής και της μέθης.
Το 3 ήρθε πιο κοντά στο 28. Ένα μαύρο κουτάκι ξεθάρρεψε. Έβγαλε μια μεγάλη παραπλανητική ταμπέλα.‘Please mind the gap’.Στην πραγματικότητα περίμενε εκεί , μέχρι κάποιος να το γεμίσει.Το κενό υπάρχει όσο δεν πέφτεις μέσα του-σκέφτηκε και κέρασε ποτό τους περαστικούς μήπως τους πιάσει στη μέθη. Τα σχέδιά του χάλασαν όταν στη μέση μπήκε ένας μεγάλος προβολέας. Φώτισε τα σοκάκια , έριξε σταγόνες γέφυρες πάνω απ’τα σκιασμένα κενά. Ανελέητο φως , ερμητικά ελεύθερο , ορμητικά αληθινό , αυθόρμητα ένοχο. Αληθινά εκτυφλωτικό, σαγηνευτικά αγέρωχο. Ωμό , πλατινένιο , υγρό φως. Από εκείνο που τρέχει στους λαβίρυνθους του μυαλού που δεν κοιμάται ποτέ. Που αναζητά την λύτρωση ,την αποθέωση, την εξέλιξη. Κινητήρια δύναμη μιας μικρής αναπνοής. Μιας σκέψης που γέμισε άρωμα το δωμάτιο. Της αρχής της νιότης στα χρόνια που αγάπησαν τη φωτιά. Φως, ανυπέρβλητο μιας αστείρευτης φρεσκάδας. Χωρίς λευκά και μαύρα κουτάκια και χαμένους αριθμούς. Μόνο νότες και ψίθυροι. Φως , που ξαπλώνει εκεί που αρχίζει το ουράνιο τόξο. Εκεί που ακουμπάει η νύχτα το φιλί της.
Comment Form under post in blogger/blogspot